Αν μία φράση λένε μεταξύ τους οι γονείς, ανεξαρτήτως της ηλικίας του παιδιού τους, είναι πως εκείνο «δεν τους ακούει». Η φράση αυτή μοιάζει να είναι σχεδόν διαχρονική και, παρά τις προσπάθειες των γονέων να εισακουστούν, τις περισσότερες φορές δεν φαίνεται να τα καταφέρνουν. Αισθάνεστε πως το σενάριο αυτό σας θυμίζει κάτι; Τότε θα πρέπει να σκεφτείτε και έναν ακόμα παράγοντα: την πιθανότητα το παιδί σας να μη σας ακούει στην πραγματικότητα. Να έχει δηλαδή βαρηκοΐα ή ακόμα και απώλεια ακοής.
Από τον Ιωάννη Αθανασόπουλο, MD, PhD, Χειρουργό Ωτορινολαρυγγολόγο
Επιμέλεια κειμένου: Μυρτώ Κάζη
Βαρηκοΐα ή Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής; Συχνά συμβαίνουν και τα δύο
Αν ένα παιδί δυσκολεύεται στο σχολικό περιβάλλον ή εμφανίζει μειωμένη προσοχή, τότε συστήνεται να ελεγχθεί όχι μόνο για διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/ υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ), αλλά και για βαρηκοΐα/απώλεια ακοής. Είναι αλήθεια ότι τα «συμπτώματα» των δύο αυτών καταστάσεων συχνά μοιάζουν, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να συμβαίνουν και τα δύο. Η διάκριση μεταξύ της ΔΕΠΥ και της βαρηκοΐας μπορεί να αποτελεί πρόκληση, ιδιαίτερα στις πιο μικρές ηλικίες, ωστόσο υπάρχουν ορισμένα στοιχεία-κλειδιά που βοηθούν και τα οποία αφορούν την ομιλία και την επικοινωνία του παιδιού, τη συμπεριφορά του στην τάξη καθώς και τη γενικότερη ακαδημαϊκή του επίδοση.
Ένα παιδί με ΔΕΠΥ συχνά είναι παρορμητικό, ανυπόμονο, δυσκολεύεται να εστιάσει στο μάθημα και να δώσει προσοχή μέσα στην τάξη. Μπορεί να αποφεύγει εργασίες που απαιτούν συνεχή νοητική προσπάθεια και να αποσπάται εύκολα από το μάθημα, ενδιαφερόμενο περισσότερο να μιλήσει με τους συνομηλίκους του. Επιπλέον, ίσως να μην μπορεί να καθίσει ήσυχο για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αντίθετα, ένα παιδί με βαρηκοΐα ή απώλεια ακοής μπορεί να μην ανταποκρίνεται όταν του μιλάνε, να δίνει ακατάλληλες απαντήσεις και να δυσκολεύεται στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις του. Πολλές φορές φαίνεται απρόσεκτο ή «αποσυνδεδεμένο» από την τάξη λόγω της δυσκολίας να ακούσει και να κατανοήσει όσα λέει ο δάσκαλος ή οι συμμαθητές του.
Η βαρηκοΐα ή η απώλεια ακοής μπορεί να εκληφθεί λανθασμένα ως ΔΕΠΥ ή ως κάποια άλλη μαθησιακή διαταραχή, γεγονός που ενδέχεται να οδηγήσει σε ανακριβή διάγνωση. Κρατήστε στο μυαλό σας πως, ακόμα και η ήπια απώλεια ακοής, μπορεί να οδηγήσει ένα παιδί στο να χάσει έως και το 50% όσων λέγονται στην τάξη.
Ορισμένα παιδιά με απώλεια ακοής έχουν καθυστέρηση στην ανάπτυξη της ομιλίας και της γλώσσας. Επιπλέον, τείνουν να έχουν δυσκολίες στην αντίληψη του λόγου, τη γνώση λεξιλογίου και τη γραμματική. Αν δεν λάβουν έγκαιρη διάγνωση, παρέμβαση και θεραπεία με τη μορφή ακουστικών βοηθημάτων, παράλληλα με λογοθεραπεία, θα υστερούν σε σχέση με τους συνομηλίκους τους στον τομέα αυτό. Πολύ απλά, σκεφτείτε ένα παιδί που δεν μπορεί να ακούσει τον δάσκαλό του! Αναπόφευκτα θα έχει δυσκολία στο να εστιάσει, να δώσει προσοχή και να ολοκληρώσει εργασίες. Παιδιά με απώλεια ακοής καταβάλλουν αυξημένη προσπάθεια για την κατανόηση του λόγου, η οποία οδηγεί σε κόπωση και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Η κατάσταση αυτή μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί λανθασμένα ως κακή ακαδημαϊκή επίδοση ή απροσεξία.
Η αντιμετώπιση της απώλειας ακοής θα βοηθήσει σημαντικά ένα παιδί στο σχολείο. Η ακριβής διάγνωση αποτελεί το κλειδί για την επιτυχημένη ακαδημαϊκή επίδοση του παιδιού, ακολουθούμενη από κατάλληλη παρέμβαση και θεραπεία από ειδική ομάδα επαγγελματιών υγείας. Η απώλεια ακοής μπορεί να διαγνωστεί από την πρώτη ημέρα ζωής ενός μωρού μέσω του νεογνικού ελέγχου ακοής. Εν συνεχεία, ο ακοολογικός έλεγχος σε εξειδικευμένο παιδο-ΩΡΛ μπορεί εύκολα να καθορίσει αν το παιδί πάσχει από απώλεια ακοής αλλά και τη βαρύτητά της. Φυσικά, δεν σημαίνει ότι κάθε διαφορετική συμπεριφορά μέσα στην τάξη οφείλεται σε πρόβλημα ακοής.
Αν ως γονέας υποψιάζεστε ότι το παιδί σας εμφανίζει απώλεια ακοής, επισκεφθείτε έναν παιδο-ΩΡΛ για ακοολογική αξιολόγηση, διάγνωση, θεραπεία και συστάσεις για τη διαχείριση των εκπαιδευτικών στόχων. Αν είστε εκπαιδευτικός και παρατηρήσετε σε ένα παιδί στην τάξη σας τις παραπάνω συμπεριφορές, ενημερώστε διακριτικά τους γονείς ώστε να ελέγξουν το παιδί (και) για πιθανό πρόβλημα ακοής. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι κάθε παιδί είναι μοναδικό, επομένως οι παρεμβάσεις πρέπει να προσαρμόζονται στις ατομικές του ανάγκες. Η σωστή διάγνωση και η κατάλληλη παρέμβαση θα αλλάξουν ολοκληρωτικά τη ζωή του παιδιού, βοηθώντας το να αναπτύξει το πλήρες δυναμικό του, να αισθάνεται λιγότερο άγχος κι ανασφάλεια και να έχει μία πιο ολοκληρωμένη εκπαιδευτική εμπειρία.
Ιωάννης Αθανασόπουλος MD, PhD Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος
www.drathanasopoulos.gr | Ιωάννης Αθανασόπουλος-Χειρουργός ΩΡΛ | @drathanasopoulos